dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
πιάνομαι κορόιδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereingelegt werden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πιάνομαι κορόιδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
reinfallen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πιάνομαι κορόιδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hereinfallen
Ⓦ
Ⓖ
…